Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

Για τα ΕΑΑΚ, τη φυσιογνωμία τους και την κατάκτηση βαθύτερης πολιτικής συμφωνίας στο εσωτερικό τους




Δημοσιεύουμε το κείμενο συμβολής του Τομέα Νεολαίας της Αριστερής Συσπείρωσης στη συζήτηση του Πανελλαδικού Συντονιστικού των ΕΑΑΚ στις 15 - 16 Ιανουαρίου για τα ΕΑΑΚ, τη φυσιογνωμία τους, την αναγκαία κατάκτηση βαθύτερης πολιτικής συμφωνίας στο εσωτερικό τους και την Πολιτική Διακήρυξη.

 Από Αριστερή Συσπείρωση



Α. Πολιτική συγκυρία και αναδιαρθρωτικό εγχείρημα
1. Η νεολαία στη δίνη της κρίσης
Το βάθεμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης συνοδεύεται από την στρατηγική αδυναμία επιβολής ενός σχεδίου ξεπεράσματός της με δυναμικό τρόπο, που θα εγγυάται την μακροπρόθεσμη αναπαραγωγή και κερδοφορία του κεφαλαίου, την οικονομική και πολιτική σταθερότητα. Η παρατεταμένη περίοδος ύφεσης έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για τον κόσμο της εργασίας, καθώς το κεφάλαιο υποτάσσει την διαχείριση της κρίσης στην διαρκή αντιδραστικοποίηση των παραγωγικών σχέσεων και την ένταση απόσπασης υπεραξίας από τις δυνάμεις της εργασίας. Ειδικά στην Ελλάδα το κεφάλαιο έχει «επενδύσει» καθοριστικά στη διάλυση των πρότερων εργασιακών σχέσεων και στην καταστροφή των πρότερων ενδιάμεσων στρωμάτων, σαν το μόνο σχέδιο αναπαραγωγής της κερδοφορίας του προοπτικά, παρά το ότι η εσωτερική του κρίση συναντάει γρήγορα τα στρατηγικά αδιέξοδα της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, τροφοδοτώντας η μία την άλλη. Τα 5 χρόνια μνημονίων και κοινωνικής καταστροφής που συνυπογράφονται και υλοποιούνται πλέον και από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ταυτίζουν το εθνικό σχέδιο ξεπεράσματος της εσωτερικής κρίσης με τις κυρίαρχες επιδιώξεις των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων και ολοκληρώσεων, δηλαδή με τις πολιτικές ανάκαμψης της δικής τους κερδοφορίας.
Στη διαμορφούμενη κατάσταση η νεολαία, πλάι σε μια ευρύτερη πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία δεν βρίσκεται στο περιθώριο αλλά στον πυρήνα της καπιταλιστικής επίθεσης. H νεολαία, το νέο παραγωγικό δυναμικό, είναι η πρώτη γενιά που είναι καταδικασμένη να ζήσει με χειρότερους όρους από την προηγούμενη, χωρίς μάλιστα ορατή προοπτική καπιταλιστικής ανάκαμψης, βελτίωσης των συνθηκών ζωής ή υλικής της ενσωμάτωσης όπως παλιότερα. Είναι η γενιά που έχει υποστεί τις επιπτώσεις από τη στρατηγική αδυναμία του Κεφαλαίου και από τις επιλογές των πολιτικών του εκφραστών να διαχειρίζονται την κρίση, επιτιθέμενοι στα κεκτημένα της εργασίας. Τα μαζικά ρεύματα ανεργίας, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και οι νέες μορφές εργασίας, το Σύμφωνο Πρώτης Απασχόλησης, η κατάργηση της μονιμότητας, η ολοένα και περαιτέρω συμπίεση του κατώτατου μισθού, που συνοδεύονται από την ένταση του εργοδοτικού δεσποτισμού και την απουσία συλλογικής οργάνωσης μέσα από συνδικαλιστικές ενότητες, ορίζουν το πεδίο ένταξης - εξοβελισμού της νεολαίας από τον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό. Οι διαμορφούμενες συνθήκες εκχωρούν ως μόνο «δικαίωμα» στους εργαζόμενους την κοινωνική υποταγή και ανθρωποφαγία, τον πολιτικό και ιδεολογικό κατακερματισμό, το εξατομικευμένο κυνήγι συλλογής προσόντων. Δηλαδή, η επιθετική ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού επιχειρείται να εγχαραχτεί στους εργαζομένους ως η μόνη πειστική αφήγηση της απαξίωσης της εργασιακής τους δύναμης.
Η διαχρονική γαλούχηση των νέων γενιών σε μια προοπτική κοινωνικής κινητικότητας και μαζικής μικροαστικής ανέλιξης καταρρέει μπροστά στην υλική πραγματικότητα της ανεργίας. Το Κεφάλαιο στην Ελλάδα αδυνατεί να την μειώσει (αντίθετα διογκώνεται), απορροφώντας το άνεργο δυναμικό στην παραγωγή με όρους που θα συνέβαλαν στην αναβάθμιση του στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και την ανάκαμψη της κερδοφορίας του. Η στρατηγική του κατεύθυνση είναι η μεταφορά των προτύπων της εκμετάλλευσης επί των παραγωγικών σχέσεων από τις μητροπόλεις, ώστε προοπτικά να μπορέσει να προσελκύσει ξένα κεφάλαια και επενδύσεις. Αυτό επιταχύνει τη συμπίεση των εργαζομένων προς τα κάτω (ειδικά των αποφοίτων ΑΕΙ-ΤΕΙ) με την ταυτόχρονη ολοένα και μεγαλύτερη αποξένωση από τον έλεγχο της εργασιακής διαδικασίας, τη γνώση και το ίδιο το παραγόμενο προϊόν της εργασίας τους. Ταυτόχρονα συμβάλλει στη διαμόρφωση συνθηκών για τη διαρκή ανακύκλωση των ανέργων μέσα από ελαστικές, κακοπληρωμένες και μη μόνιμες θέσεις εργασίας που θα είναι το «μικρότερο κακό» απέναντι στην ανεργία (βλ. Γερμανία). Ωστόσο, όσο επιχειρείται το βάθεμα αυτής της αναδιάρθρωσης στην εργασία, άλλο τόσο αποτυγχάνει στρατηγικά, καθώς διογκώνεται η δομική ανεργία αλλά και τα ρεύματα επιστημονικής μετανάστευσης (παρότι για το μεταναστεύον επιστημονικό δυναμικό οι μητροπόλεις επιφυλάσσουν σκληρή εκμετάλλευση, η οποία στη δίνη της κρίσης θα μπορούσε να προσιδιάζει περισσότερο σε κοινωνική επιβίωση παρά σε προοπτική ανέλιξης) διαμορφώνοντας ένα αναπόδραστο αδιέξοδο για το Κεφάλαιο στην Ελλάδα.
Στην διαμορφούμενη κατάσταση η σημερινή νεολαία, και δη η σπουδάζουσα, βρίσκεται σε ένα σκληρά υλικό αδιέξοδο όσον αφορά την προοπτική επιβίωσης και κοινωνικής της αναπαραγωγής, και επιχειρεί να τα υπερβεί μέσα από την ανέξοδη εξατομικευμένη αναζήτηση της προοπτικής της. Ακόμα και όταν οι προσδοκίες αυτού του είδους της αναζήτησης καταρρίπτονται, η νεολαία αδυνατεί να συνδέσει τη δυσμενή της θέση στην εργασία με τις επιδιώξεις του Κεφαλαίου σε διεθνές επίπεδο. Τα πολιτικο-ιδεολογικά χαρακτηριστικά της νεολαίας επικαθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την ηγεμονία του δόγματος του ΤΙΝΑ και του ευρωπαϊσμού πάνω της - από τα δεξιά και τα αριστερά - που μπορεί να εκφράζεται είτε με τη ψήφο στο ΣΥΡΙΖΑ είτε με την αποχή ή ακόμα και με την απαξίωση της πολιτικής, γενικά. Κοινή συνισταμένη αυτής της ηγεμονίας πάνω στη νεολαία είναι η ενσωμάτωση στην αναδιάρθρωση των σχέσεων εργασίας και τη διαμόρφωση ενός ασφυκτικού πλαισίου εκμετάλλευσης της, η υποταγή στα πολιτικά αδιέξοδα που τροφοδοτεί η κρίση και οι κυρίαρχες πολιτικές επιδιώξεις και επομένως η αποδοχή μιας πολιτικής πραγματικότητας όπως υπαγορεύεται από τη real politik, η υποχώρηση του αντιιμπεριαλιστικού αισθήματος.

Ωστόσο το αν η νεολαία θα αποδέχεται προς το παρόν μια φαινομενικά αναπόδραστη προοπτική που έχει ετοιμάσει το Κεφάλαιο για το μέλλον της ή αν θα αποδεσμευτεί από το αστικό σχέδιο διαχείρισης της κρίσης παραμένει ανοιχτό. Η πολιτική της πόλωση σε κορυφαίες στιγμές της ταξικής πάλης, όπως το 80% ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, αναδεικνύει σοβούσες εκρηκτικές αντιφάσεις που μπορούν να την καταστήσουν μια υπαρκτή κοινωνική δύναμη, ικανή να αναλάβει το ρόλο που της αντιστοιχεί στην αντιπαράθεση Κεφαλαίου και Εργασίας, σπάζοντας την κοινωνική και πολιτική υποταγή στο ΤΙΝΑ. Η απουσία υπαρκτού εναλλακτικού σχεδίου από τις δυνάμεις της επαναστατικής πρωτοπορίας, που θα βαθύνει αυτά τα ρήγματα είναι καθοριστικός ανασταλτικός παράγοντας στη στράτευση της σε ένα συλλογικό ριζοσπαστικό όραμα, που θα μετέτρεπε την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης σε ανοιχτή πολιτική κρίση. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν και οι αντικειμενικές συνθήκες αλλά και η κοινωνική «μαγιά» για την στρατηγική στράτευση σε μια εναλλακτική διέξοδο από την κρίση, μετουσιώνοντας την απογοήτευση αυτής της γενιάς σε ένα πολιτικό κίνημα νεολαίας και μια ανειρήνευτη πάλη για την προοπτική της, που ως στρατηγικό του στόχο θα έχει και ένα διαφορετικό συνασπισμό εξουσίας.
2. Αναδιάρθρωση στην εκπαίδευση και επικείμενες αναμετρήσεις
Οι πυλώνες της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, που συνεχίζει να εμπεδώνεται και δεν έχει αμφισβητηθεί ως τώρα παρά την 8μηνη παραμονή του ΣΥΡΙΖΑ στο κυβερνητικό κέντρο, παραμένουν αμετακίνητοι και υπακούν στο πλαίσιο και τις τάσεις που περιέγραψε το Νέο Λύκειο για την δευτεροβάθμια (με επιμέρους διαφοροποιήσεις) και ο Νόμος Διαμαντοπούλου για την τριτοβάθμια.
Η στρατηγική του κεφαλαίου στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό για την εκπαίδευση υπακούει στις κατευθύνσεις που έχουν περιγραφεί και εφαρμοστεί στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, ειδικά σε αυτή την οικονομική και πολιτική φάση που οι αντιφάσεις και τα αδιέξοδα ενός προηγούμενου τρόπου συγκρότησης - οργάνωσης της εκπαίδευσης διαμορφώνουν μια παρατεταμένη κρισιακή κατάσταση. Έτσι το κεφάλαιο, πατώντας πάνω σε ένα αρνητικά διαμορφωμένο συσχετισμό έναντι των δυνάμεων της εργασίας, ψηλαφεί μια βαθύτερη δομική μετάλλαξη του εκπαιδευτικού μηχανισμού με πολλαπλές κοινωνικές πολιτικές και ιδεολογικές ορίζουσες που είναι οι εξής:
- η αντιδραστικοποίηση των παραγωγικών σχέσεων με τη δημιουργία ενός ακόμη πιο ασφυκτικού πλαισίου εκμετάλλευσης ειδικά για τη νεολαία, η σχέση μεταξύ ειδίκευσης και κινητικότητας και το βάθεμα που υπαγορεύει ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας. Πάνω σε αυτή την κατεύθυνση εδράζεται η διάρρηξη όψεων του πρότερου κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας (που αποκρυσταλλώνονταν στα ενιαία πτυχία) και η εναρμόνισή του με βάση τις νέες ανάγκες της κοινωνικής και παραγωγικής ιεραρχίας (διάσπαση του κύκλου σπουδών, με το bachelor να πιστοποιεί πρώτο γενικό βαθμό γνωστικού αντικειμένου και το master να κατοχυρώνει συγκεκριμένη ειδίκευση).
- η διάρρηξη των πρότερων όρων εκπροσώπησης κοινωνικών μερίδων, η αλλαγή των όρων ένταξης στην παραγωγή και η περαιτέρω συμπίεσή τους προς τα κάτω. Η διάρρηξη των κοινωνικών συμμαχιών, η καταστροφή των μικροαστικών στρωμάτων και η συμπίεσή τους στην κοινωνική και παραγωγική ιεραρχία, υπαγορεύει τον πλήρη κατακερματισμό των πτυχίων μέσα από τον τίτλο σπουδών και την εναρμόνισή τους με το εθνικό/ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων, τις συγχωνεύσεις και τη μεταφορά των ΤΕΙ με τη μορφή ειδίκευσης στα ΑΕΙ, η αποστοίχιση επαγγελματικών δικαιωμάτων, την εισαγωγή πολλαπλών φίλτρων που εντείνουν τις εργασιακές απαγορεύσεις.
- η περιγραφή των υλικών όρων ιδεολογικής ενσωμάτωσης και υποταγής του νέου παραγωγικού δυναμικού. Εμπεδώνει σε όλους τους φορείς τον αξιοκρατικό κανιβαλισμό με σεμινάρια, μεταπτυχιακά, εξειδικεύσεις, αφήνοντας ελάχιστες πιθανότητες - «ευκαιρίες» για την προοπτική της ανέλιξης μιας μελλοντικής αφρόκρεμας. Το νέο κοινωνικό μοντέλο απαιτεί τη συντήρηση χαμηλών προσδοκιών με την ταυτόχρονη απαρέγκλιτη προσαρμογή στα αστικά κοινωνικά πρότυπα.
Πάνω σε αυτούς τους άξονες θα κινηθεί η επικείμενη κεντρική αναδιαρθρωτική τομή του Υπουργείου, αξιοποιώντας το αναδιαρθρωτικό εγχείρημα Λοβέρδου (Νέο Λύκειο κλπ) για τη δευτεροβάθμια και Διαμαντοπούλου - Αρβανιτόπουλου για τη τριτοβάθμια. Οι βασικοί πυλώνες αυτής της κίνησης αφορούν στον τρόπο ένταξης στην μεταδευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση και επομένως τον εξορθολογισμό εισροών και εκροών σε αυτές τις βαθμίδες, την απόδοση – συμπίεση – κατακερματισμό επαγγελματικών δικαιωμάτων και την εκ βάθρων άρση του ενιαίου τρόπου χορήγησης τους στους αποφοίτους της ίδιας σχολής και ένα νέο κύμα συγχωνεύσεων σχολών και τμημάτων (επιχειρώντας να «επιλύσει» ζητήματα υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης που έχουν οξυνθεί) εξυπηρετώντας όμως τις παραπάνω κατευθύνσεις.
Η κίνηση του υπουργείου ευθυγραμμίζεται πλήρως με τους αναδιαρθρωτικούς πυλώνες της αστικής στρατηγικής για την εκπαίδευση, τις κατευθύνσεις για τα πτυχία - ECTS και τους μηχανισμούς αξιολόγησης ΑΔΙΠ - ΜΟΔΙΠ. Ταυτόχρονα ως συνέχεια των εκσυγχρονιστικών τάσεων της Διαμαντοπούλου αξιοποιεί τους Οργανισμούς που έχουν συγκροτήσει οι αντιδραστικές πρυτανείες με βάση το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο αλλά και τους εσωτερικούς κανονισμούς των ιδρυμάτων για την ταχύτερή και πιο αποτελεσματική για το Κεφάλαιο εξειδίκευση της αναδιάρθρωσης ανά ίδρυμα (με δυνατότητες σχετικής ανταγωνιστικής τους αυτονομίας) στα προγράμματα σπουδών, το συνδικαλισμό, τη φοιτητική μέριμνα, την εκπαιδευτική διαδικασία και τους ρυθμούς σπουδών.
Ταυτόχρονα αναδιατάσσει τις συμμαχίες στο καθηγητικό σώμα με ενσωμάτωση και ενοποίηση των αντίπαλων μπλοκ (υπέρ και κατά των Συμβουλίων Ιδρύματος) σε νέο πεδίο ισορροπίας μέσα από την αποστέρηση των αρμοδιοτήτων των Σ.Ι. επί των οικονομικών θεμάτων (ερευνητικά κονδύλια, ΕΛΚΕ κτλ), διασφαλίζοντας την ύπαρξη τους ταυτόχρονα πάνω σε ένα αντιδραστικό συσχετισμό, πάνω στις ήττες του παρελθόντος (από κατώτερες βαθμίδες) και την υποταγή στο νέο status quo. Οι αυταρχικές πρυτανείες που εγγυήθηκαν την επιθετική εφαρμογή των αναδιαρθρωτικών τομών παραμένουν προνομιακοί σύμμαχοι και συνομιλητές του Υπουργείου, ειδικά αν το τελευταίο κινηθεί σε μια κατεύθυνση αυτοχρηματοδότησης των Ιδρυμάτων, δίνοντας τους το ελεύθερο να επιλέξουν την ένταση και το βάθος επιβολής τομών όπως δίδακτρα κτλ.
Η υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης θα συνεχίσει αμείωτη, λειτουργώντας ως μοχλός πίεσης για την τάση αυτονόμησης της τριτοβάθμιας από την κρατική χρηματοδότηση και την περαιτέρω εμπέδωση της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης στα ΑΕΙ. Η συντελούμενη διαδικασία κλιμακούμενης μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης και πριμοδότησης της αυτοχρηματοδότησης λειτουργεί επιταχυντικά για τις διασπάσεις των κύκλων σπουδών, τα δίδακτρα σε όλες τις βαθμίδες, την εισαγωγή ανταποδοτικών κριτηρίων επί των φοιτητικών παροχών και την δόμηση της εκπαιδευτικής καθημερινότητας πάνω στα διεθνή πρότυπα (αλυσίδες, project, εργασίες, παρουσιολόγια). Αυτή η κατεύθυνση, με την παρατεταμένη κρίση να μεταφέρει τα αδιέξοδά της στο μηχανισμό αναπαραγωγής, θα επιδράσει καταλυτικά στην όξυνση των ταξικών αποκλεισμών φέρνοντας στην επιφάνεια την βαθιά ταξική φύση του εκπαιδευτικού μηχανισμού. Ο αποκλεισμός ασθενέστερων κομματιών της νεολαίας, στο φάσμα της κρίσης αποτυπώνει με τον πιο χειροπιαστό τρόπο την ταξική ισχύ του κεφαλαίου, μέσα απ' την ένταση της φτώχειας, μέσα από την πραγματικότητα της κοινωνικής καταστροφής, μέσα από την ευθεία και αμείλικτη σύγκρουση με όποια πολιτική πρωτοπορία και κοινωνική πρακτική τολμά να την αμφισβητεί.
Β. Για την πολιτική διακήρυξη των ΕΑΑΚ
1. Τα καθήκοντα της πολιτικής πρωτοπορίας μπροστά στα στοιχήματα της εποχής
Στην διαμορφούμενη κατάσταση όπου αναιρούνται οι κοινωνικές ενσωματώσεις και η επίθεση του Κεφαλαίου στην εκπαίδευση και την εργασία βαθαίνει και εντείνεται, το ιστορικό καθήκον της πολιτικής πρωτοπορίας, δε μπορεί να περιορίζεται στο να βάλει απλά αναχώματα στην αναδιάρθρωση, αλλά να εμπνεύσει, να οργανώσει και να παλέψει για την ανάπτυξη μιας γραμμής κινηματικών αντιστάσεων με ευρύτερα πολιτικά χαρακτηριστικά. Η ιδεολογία της υποταγής και της πειθάρχησης στην νεολαία (με αιτίες την εντατικοποίηση και αυταρχικοποίηση του μηχανισμού και την φτώχεια σαν την κοινωνική προοπτική και πραγματικότητα), χτίζει το «ανώριμο» των συνθηκών, χωρίς να χωρούν υπεκφυγές για το έμπρακτο ξερίζωμά της. Ωστόσο για να μην συνυπογράψει η νεολαία το συμβόλαιο με την άνευ όρων επιβίωσή της απαιτείται αναμέτρηση των ΕΑΑΚ και κατ' επέκταση του κινήματος με τα κεντρικά πολιτικά ερωτήματα, με τη χάραξη μιας γραμμής αριστερής νεολαιίστικης αντιπολίτευσης, με την ενίσχυση από τη μεριά της μαχόμενης νεολαίας της πολιτικής σύγκρουσης και ρήξης στο τώρα. Ακριβώς επειδή η κρίση που ξέσπασε το 2008 δεν αφήνει κανένα πεδίο υλικού συμβιβασμού των συμφερόντων Κεφαλαίου και Εργασίας με την ανακωχή ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, έχουμε μπει σε μια νέα φάση κοινωνικών αγώνων και διεκδικήσεων, των οποίων η έκβαση δε θα κριθεί στην ενσωμάτωση μέρους των αιτημάτων τους και την τροποποίηση των αναδιαρθρώσεων του Κεφαλαίου.
Συνεπώς, η μάχη ενάντια στις αναδιαρθρώσεις των προγραμμάτων σπουδών και στο επικείμενο κεντρικό νομοσχέδιο για την εκπαίδευση, δεν πρέπει ούτε μπορεί να παίρνει τα χαρακτηριστικά μάχης για θεσμικές κατοχυρώσεις και ενσωμάτωση (με υποδεέστερους όρους κι αποσπασματικά) κάποιων πάγιων αιτημάτων του φοιτητικού κινήματος, αλλά να ανάγεται στο συνολικό αναδιαρθρωτικό πλέγμα που εξοβελίζει το νέο δυναμικό από τον κοινωνικό και παραγωγικό ιστό. Σε τελική ανάλυση η πολιτική πρωτοπορία έχει ως καθήκον την ανάδειξη των αδιεξόδων που τροφοδοτεί η κρίση συνολικά για τη νεολαία και τη συγκρότηση ενός φοιτητικού κινήματος με αναβαθμισμένα πολιτικά χαρακτηριστικά, που σκοπό θα έχει την συγκρότηση ανυποχώρητων αγώνων και σύγκρουσης. Η παρέμβαση των ΕΑΑΚ όσο και το πολιτικό σχέδιο που περιγράφουν πρέπει να ξεπερνά από τη μία αφηρημένες και αντιδιαλεκτικές με την πρακτική επικλήσεις ανατροπής του μνημονίου και της ΕΕ, της αναπαραγωγής ενός αντικαπιταλιστικού λόγου για την κρίση, όσο και την συντεχνιακή οπτική της έννοιας του κοινωνικού χώρου που περιορίζει την παρέμβαση των σχημάτων στα στενά όρια του ιδρύματος και αδυνατεί να συγκροτήσει τις πολιτικές τομές που απαιτούνται για τη συνολικοποίηση των αντιστάσεων. Τα απαραίτητα σημεία μιας μάχιμης αριστερής πολιτικής κατεύθυνσης, που ορίζουν και τα ευρύτερα πολιτικά χαρακτηριστικά του κινήματος νεολαίας στο οποίο πρέπει να προσβλέπουμε στο σήμερα, είναι τα εξής:
- αντιαναδιαρθρωτικό: ενάντια στις νεοφιλελεύθερες επιταγές του αστικού μπλοκ και των διεθνών συμμάχων του, τα εκσυγχρονιστικά σχέδια, τα μνημόνια, τους εφαρμοστικούς και αναδιαρθρωτικούς νόμους, τις αναδιαρθρώσεις στις σχέσεις εργασίας και τον τρόπο μεταφοράς τους στην εκπαίδευση με την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση. Η αναδιαρθρωτική λαίλαπα, με τον ειδικό τρόπο που εκβιάζεται από το μνημονιακό καθεστώς, απαιτεί σύγκρουση με τις ταξικές σχέσεις εξουσίας και ιεραρχίας, με τους όρους κυριαρχίας και υποταγής που έχει διαμορφώσει η επίθεση του κεφαλαίου.
- αντισυνδιαχειριστικό: ενάντια σε τακτικές συνδιαχείρισης και ανάθεσης από την πλευρά του φοιτητικού κινήματος και απέναντι σε μια διαρκή στάση αναμονής για μία νέα «πιο αριστερή» κυβέρνηση, για φιλολαϊκά προγράμματα αριστερής διαχείρισης, για νέες μορφές κυβερνητικού συνδικαλισμού και για απόπειρες «δημοκρατικής μεταρρύθμισης» εντός των κρατικών μηχανισμών. Η συγκυρία της ταξικής πάλης κατέδειξε την ήττα της στρατηγικής αυτών των γραμμών στο εσωτερικό της αριστεράς, που οδήγησαν σε ήττα αγώνων και ενσωμάτωση κοινωνικών ρευμάτων που αξιοποιήθηκαν από την αστική τάξη για να μετατοπίσουν το συσχετισμό και να ανασυγκροτήσουν το πολιτικό σκηνικό σε αντιδραστική κατεύθυνση. Στον πυρήνα αυτού του κινήματος οφείλει λοιπόν να βρίσκεται η ρήξη με την στρατηγική της συνδιαχείρισης ή της αναζήτησης εύκολης επιλογής σε κάθε προσπάθεια ενσωμάτωσης του (βλ. νομοσχέδιο Μπαλτά) ή αποσυγκρότησης του με την επίκληση διαδικασιών «διαλόγου» μέσω τριτοβάθμιων οργάνων (ΕΦΕΕ) και τελικά την επικυριαρχία των αστικών δυνάμεων στα Πανεπιστήμια.
- αντικυβερνητικό: ενάντια στις αστικές κυβερνήσεις σαν εκφραστές του συνασπισμού συμφερόντων των κυρίαρχων τάξεων, και στην χρεοκοπημένη στρατηγική του κοινοβουλευτικού δρόμου και του κυβερνητικού μετεωρισμού, που καθυποτάσσουν τις δυνάμεις της εργασίας στην κερδοφορία του κεφαλαίου, συμβάλλοντας στην ενσωμάτωση κοινωνικών μαζών στις αστικές επιλογές. Ένα φοιτητικό κίνημα με αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά είναι το μόνο αναγκαίο όχημα για το σπάσιμο της πρόσδεσης στο ΤΙΝΑ από μεριάς της νεολαίας και τελικά την αποδέσμευση της από τα σχέδια του αστικού συνασπισμού εξουσίας. Αυτή η πολιτική κατεύθυνση πρέπει να εξυπηρετεί μια μακροπρόθεσμη διαδικασία στράτευσης σε ένα αγώνα με στρατηγικό στόχο την στρατηγικής σημασίας πάλη του Λαού για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και τον επαναστατικό μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων.
- αντιιμπεριαλιστικό-αντιΕΕ: να έχει ως αναπόσπαστο κομμάτι του τον αγώνα για το σπάσιμο των δεσμών από την ΕΕ, την ρήξη και την έξοδο απ' αυτή, ως την μόνη προοπτική επιβίωσης των δυνάμεων της εργασίας, ως τη μόνη προϋπόθεση συλλογικού οράματος για την νεολαία. Ειδικά η πρόσφατη εμπειρία του λαού στο δημοψήφισμα και η διαπραγματευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ έδειξαν ότι δεν υπάρχει καμιά περίπτωση φιλολαϊκής πολιτικής εντός αυτών των μηχανισμών και η ανυποχώρητη σύγκρουση ρήξης αναδεικνύεται σε μονόδρομο για την απελευθέρωση των δυνάμεων της εργασίας. Με βάση τους εκβιασμούς των ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων όλα αυτά τα χρόνια ιστορίας του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και ειδικά τα τελευταία των μνημονίων (ΕΕ) και απ' τον πόλεμο στα Βαλκάνια και την Μέση Ανατολή (ΝΑΤΟ) τα ΕΑΑΚ στοχεύουν στη συγκρότηση ενός κινήματος με σκοπό τη ρήξη και έξοδο από ΕΕ και ΝΑΤΟ.
- που θα περνάει από τον ταξικό αμυντισμό στον επιθετικό διεκδικητισμό: θα παλεύει για τη συνολική δικαίωση των αιτημάτων του, άρα την ανατροπή του συνόλου του ν. Διαμαντοπούλου και την επιθετική διεκδίκηση των αναγκών και των δικαιωμάτων της νεολαίας σήμερα, τη σύγκρουση με τους μονόδρομους των μνημονίων, της κοινωνικής καταστροφής χτισμένης πάνω στο ΤΙΝΑ. Ένα κίνημα νεολαίας με τέτοια χαρακτηριστικά θα συνεισφέρει σε ένα νέο γύρο κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων, που θα αναδεικνύει την επιθετική πλευρά των στόχων και των αιτημάτων σε εργασία, κοινωνικές παροχές, δικαιώματα και εκπαίδευση, που θα μετατοπίσουν το συσχετισμό δύναμης προς τη μεριά της εργασίας. Που θα παλεύει να γίνει κομμάτι ενός πολιτικά ανεξάρτητου ταξικού κέντρου αγώνα με ηγεμονικό και πρωτοπόρο ρόλο στο λαϊκό κίνημα και στον πυρήνα του θα έχει τη σύγκρουση με το κεφάλαιο και τους αντιδραστικούς μηχανισμούς-ολοκληρώσεις του στο σήμερα.
Είναι στοίχημα λοιπόν τόσο η επικείμενη κεντρική αναδιαρθρωτική κίνηση του Φίλη όσο και επόμενες κεντρικές πολιτικές αντιπαραθέσεις, γενικευμένες απεργίες και πιθανές κοινωνικές εκρήξεις να απαντηθούν από τον πολιτικό συσχετισμό που έχουν οικοδομήσει τα σχήματα με απώτερο στόχο την όξυνση των κινητοποιήσεων και την εισβολή στο προσκήνιο του φοιτητικού κινήματος με πολιτικά χαρακτηριστικά πλάι στην εργαζόμενη πλειοψηφία. Παράλληλα κρίνεται αναγκαία η συνάντηση της φοιτητιώσας νεολαίας με τα υπόλοιπα πληττόμενα κομμάτια στην εκπαίδευση για τη συγκρότηση ενός πανεκπαιδευτικού μετώπου, στο βαθμό που οι τομές που επιχειρούνται αφορούν το σύνολο της εκπαίδευσης αλλά και η προοπτική που προδιαγράφεται για τα κομμάτια αυτά είναι κοινή. Άρα είναι επιτακτικό καθήκον της πολιτικής πρωτοπορίας η οργάνωση της νεολαίας, η αμφισβήτηση του μονόδρομου στον οποίο εγκλωβίζεται και η στράτευσή της πλάι στο ευρύτερο λαϊκό πολιτικό κίνημα, σε ανυποχώρητη και στρατηγική ρήξη με το μέλλον που της περιγράφουν. Έτσι μονάχα θα μπορέσει να αποτελέσει παράγοντα διεμβολισμού του πολιτικού σκηνικού, να οξύνει τα ήδη υπάρχοντα ρήγματα, να επάγει αστάθεια στα κέντρα λήψης αποφάσεων, τις πολιτικές και κοινωνικές τους συμμαχίες, να ανατρέψει σε τελική ανάλυση την καπιταλιστική επίθεση
2. Φυσιογνωμία ΕΑΑΚ
Τα ΕΑΑΚ αποτελούν το σημείο συνάντησης των δυνάμεων της επαναστατικής αριστεράς με τα ευρύτερα ριζοσπαστικά ρεύματα της νεολαίας και τις αριστερές δυνάμεις, με σαφή όμως ηγεμονία της επαναστατικής αντικαπιταλιστικής γραμμής στο κάθε σχήμα και με κατεύθυνση οικοδόμησης ενός ανεξάρτητου πλειοψηφικού αντικαπιταλιστικού κινήματος. Αποτέλεσαν και αποτελούν ένα ζωντανό κύτταρο παραγωγής γραμμής από τα κάτω, με ανοιχτές διαδικασίες και με ισότιμη τοποθέτηση του κάθε συντρόφου. Η μάχιμη γραμμή στην οποία κατέληγαν ουδέποτε αποτέλεσε αποκύημα μόνο μιας συνεπούς επαναστατικής γραμμής της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας στα πανεπιστήμια, αλλά, αντίθετα, έκφραση της σύνδεσης και της ανάδρασης των ΕΑΑΚ και του πολιτικού τους σχεδίου με το ανεξάρτητο δυναμικό των επιμέρους κοινωνικών χώρων.
Ο προσδιορισμός των ΕΑΑΚ στο φάσμα της επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς κατακτήθηκε μέσα από την πολιτική διαπάλη και σύγκλιση σε μια πολιτική γραμμή (παρά τις επιμέρους αντιθέσεις που αναδύονταν), μέσα από την ρηξιακή πρακτική στο κίνημα που γίνονταν η πολιτική κατεύθυνση με υλικούς όρους κτήμα των μαζών, μέσα από ένα ανοιχτό μοντέλο πολιτικής λειτουργίας που συσπείρωνε το κινηματικό δυναμικό των συλλόγων οδηγώντας σε μια αντικαπιταλιστική πολιτική κατεύθυνση. Η ηγεμονία στο εσωτερικό του μορφώματος είναι ζήτημα που πρέπει να κατακτιέται ανοιχτά στις διαδικασίες τους, είναι συνεχές επίδικο αντικείμενο της πολιτικής τους διαπάλης.
Η φυσιογνωμία των ΕΑΑΚ προσδιορίζεται σε δύο επίπεδα άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους. Από τη μία έχει τα χαρακτηριστικά πολιτικού μετώπου οργανώσεων – δυνάμεων – ρευμάτων – ανένταχτων αγωνιστών που ενοποιούνται και συγκλίνουν πολιτικά πάνω σε ένα κοινό πολιτικό σχέδιο, μια κοινή πολιτική κατεύθυνση στην πράξη, με επικαθοριστικό όμως και κυρίαρχο τον ρόλο των σχημάτων στην «γέννα» της πολιτικής γραμμής (μέσα απ' την βάσανο της θέσης – αντίθεσης – ηγεμονίας). Ο τρόπος λειτουργίας τους έχει τα χαρακτηριστικά δικτύου, κύτταρο του οποίου είναι τα σχήματα ως πολιτικοσυνδικαλιστικές ενότητες κοινωνικού χώρου, που αποτελούν το κύριο πεδίο τριβής, διαπάλης και σφυρηλάτησης της πολιτικής συμφωνίας. Η παραγωγή πολιτικής στα ΕΑΑΚ γίνεται με πυρηνικό στοιχείο τις πολιτικοσυνδικαλιστικές ενότητες των Σχημάτων, πάνω στην διαρκή τριβή και δοκιμασία στις μάζες (στις διαδικασίες των Σχημάτων και στον οριζόντιο συντονισμό τους), υπό την μεταξύ τους διαρκή τριβή και έγκλιση στην ενότητα κοινωνικής πρακτικής – τακτικής - στρατηγικού στόχου. Η φυσιογνωμία τους δεν «κλειδώνεται» ούτε πετυχαίνεται μέσω καταστατικών αρχών, δεν περιγράφεται από ένα οργανωτικό μοντέλο φοιτητικής παράταξης (αιρετοί και ανακλητοί σχημάτων, 1 ψήφος ανά σχήμα κτλ), αλλά είναι διακύβευμα ουσιαστικής πολιτικής του συνόλου του δυναμικού των σχημάτων.
Η ριζοσπαστική διεύρυνση των ΕΑΑΚ με δυνάμεις του κινήματος ανέκαθεν αποτελούσε στόχο τους και ανέκαθεν τα ΕΑΑΚ επιδίωκαν τον εμπλουτισμό τόσο της πολιτικής τους γραμμής όσο και της φυσιογνωμίας τους με άλλες δυνάμεις ή/και ανένταχτους αγωνιστές – ανεξάρτητα σχήματα. Η μετωπική πολιτική για τα ΕΑΑΚ πρέπει να έχει ως άξονα τη διάχυση του πολιτικού τους σχεδίου σε άλλα πολιτικά ρεύματα και δυνάμεις με σκοπό την ενίσχυση της δυνατότητάς τους να οικοδομούν συλλογικά και ενιαία κινηματικές πρακτικές. Επομένως η υλοποίηση από τα ΕΑΑΚ μιας πολιτικής κατεύθυνσης μετωπικής πολιτικής με άλλες αριστερές δυνάμεις και πολιτικά ρεύματα δεν πρέπει:
- να οδηγεί στη συγκόλληση πολιτικών νεολαίων, είτε μέσα από πρωτοβουλίες ή διευρυμένα σχήματα με άλλες δυνάμεις της αριστεράς, είτε με τη δημιουργία παράλληλων με τα ΕΑΑΚ μετώπων. Μια τέτοια κατεύθυνση κινείται αντιπαραθετικά με την διεύρυνση των ΕΑΑΚ με τη δική τους ηγεμονία (από τη στιγμή που συνεχίζουν να είναι ανοιχτά στη συμμετοχή άλλων αριστερών δυνάμεων) και λειτουργεί διαλυτικά για το χώρο της επαναστατικής αριστεράς. Η διάχυση των δυνάμεων της πολιτικής πρωτοπορίας σε κινήσεις και πρωτοβουλίες έξω από το ΕΑΑΚ υπονομεύουν πολιτικά τη θέση του ίδιου του μορφώματος, αποψιλώνοντάς το από τη δυναμική που έχει συγκροτήσει.
- να μετατρέπει τα ΕΑΑΚ σε δίκτυο με αυτόνομες πρακτικές, ανεξέλεγκτη ανταγωνιστική αυτονομία και αυτοϋπονόμευση του μορφώματος. Η μετατροπή τους σε ένα χαλαρό πολιτικό δίκτυο σχημάτων/ριζοσπαστικών πυρήνων διεκδίκησης με αυτόνομες τακτικές και πρακτικές, όπου η ενοποίηση πάνω σε ένα πολιτικό σχεδιασμό που προκύπτει στις διαδικασίες τους (κατά τόπους συντονιστικά, διήμερα κλπ) παραχαράσσεται χάριν άλλων πολιτικών σχεδίων που παλεύονται και ζυμώνονται έξω από το ίδιο το μόρφωμα, έξω από το κατεξοχήν πεδίο όπου αξιώνουν να διεκδικούν και να παλεύουν για την ηγεμονία, λειτουργεί αυτοϋπονομεύτηκα για το ίδιο το μόρφωμα. Η εξυπηρέτηση της περιγεγραμμένης κατεύθυνσης μέσα από πολλαπλές εντάξεις αντιλήψεων των ΕΑΑΚ σε παράλληλα μέτωπα, πρακτικά συνεπάγεται στην παύση ισότιμης παρουσίας αυτών των δυνάμεων στα ΕΑΑΚ, στις διαδικασίες και στον εσωτερικό τους διάλογο.
- να μετατρέπει τα ΕΑΑΚ σε αυτόνομους επαναστατικούς πυρήνες μέσα στο μέτωπο της παναριστεράς. Μια τέτοια κατεύθυνση αντιλαμβάνεται την ηγεμονία στα πολιτικά ρεύματα ως μια μάχη πολιτικού περιεχομένου, που η ενίσχυση μιας αντικαπιταλιστικής και αντιΕΕ αφήγησης για την κρίση οδηγεί στην «πραγματική ενότητα». Μια τέτοια διαδικασία κοπτοραπτικής σύνθεσης πολιτικών σχεδίων και πλαισίων δεν αποτελεί στοιχείο μετωπικής πολιτικής που θα μετατοπίσει στο πεδίο της πρακτικής και της τακτικής πολιτικά ρεύματα, ούτε θα συμβάλλει στην διεύρυνση των ΕΑΑΚ, ούτε στην αναβάθμιση της αντικαπιταλιστικής τάσης και της ηγεμονίας της επί αυτών των ρευμάτων. Μια τέτοια κατεύθυνση καταλήγει σε πρωτοβουλίες με περιεχόμενο που άλλοτε υπερβαίνει και άλλοτε υπολείπεται των δυνατοτήτων και των ευκαιριών, διαχέει τη δυναμική που έχουν συγκροτήσει τα ΕΑΑΚ σε ανταγωνιστικά πολιτικά σχέδια, περιόριζοντας την εμβέλεια τους σε ένα ακροαριστερό δυναμικό.
Η δομή, ο τρόπος λειτουργίας των ΕΑΑΚ είναι άρρηκτα δεμένα με την γραμμή της Αριστεράς, τις νίκες και ήττες του κεφαλαίου πάνω της. Η πολιτική διακήρυξη των ΕΑΑΚ δεν υφίσταται έξω από τον τρόπο και τις μορφές συζήτησης, απόφασης και δοκιμασίας της στα σχηματα και στις μάζες. Δεν υφίσταται σαν αυτοτελές πολιτικό περιεχόμενο έξω από την πολιτική πρακτική, αλλά είναι πάλη γραμμής. Εσωκλείει την καθοριστικότητα της στρατηγικής πάνω στην πρωταρχικότητα της τακτικής, στιγματίζεται από το σχέδιο της Αριστεράς για την οργάνωση του λαού στην ειδική πολιτική συγκυρία, σαν αναπόσπαστο κομμάτι του σχεδίου για την σοσιαλιστική προοπτική. Το «τέλος της ιστορίας» της οικονομικής ταξικής πάλης, των υλικών νικών στους κοινωνικούς χώρους, η ανάγκη των εύκολων απαντήσεων (πάνω στην ρεαλιστικότητα και στην νομοτέλεια της ήττας της «πεπατημένης οδού») είναι η αστική ιδεολογία που παλεύει την ηγεμονία της πάνω στην Αριστερά. Δεν ξορκίζεται μόνο με το πολιτικό περιεχόμενο. Υπάρχει στην αναντιστοιχία μεταξύ πολιτικών συγκολλήσεων - πρωτοβουλιών και λαϊκού κινήματος. Δεν ξορκίζεται με την από τα πάνω συρραφή ανταγωνιστικών πολιτικών σχεδίων εντός της Αριστεράς ανεξάρτητα απ την ενότητα περιεχομένου – πρακτικής – τακτικής και στρατηγικής.
Επομένως η συνάντηση με αυτές τις δυνάμεις και τα πολιτικά ρεύματα πρέπει:
- να χρησιμοποιεί ως όχημα τα ΕΑΑΚ, τα σχήματα και τις αυτοτελείς διαδικασίες συντονισμού τους. Η συνάντηση με άλλα ρεύματα με σκοπό την διεύρυνση των ΕΑΑΚ πρέπει να γίνει μέσα από το ανοιχτό μοντέλο πολιτικής λειτουργίας των ΕΑΑΚ, ενισχύοντας δηλαδή την πολιτική τους δυνατότητα να συσπειρώνουν ρεύματα, τάσεις και πρακτικές και να τα μετατοπίζουν σε αντικαπιταλιστική πολιτική κατεύθυνση. Η συμμετοχή και η ένταξη αυτών των ρευμάτων στις διαδικασίες των σχημάτων και στα συντονιστικά είναι καθοριστικής σημασίας, δεδομένου ότι αυτό είναι το πεδίο που παλεύεται και ζυμώνεται ο σχεδιασμός για το φοιτητικό κίνημα, ξεδιπλώνονται τα πολιτικά σχέδια και οι αντιθέσεις γραμμών και αντιλήψεων, επιδιώκεται η πολιτική τριβή και διαπάλη. Ταυτόχρονα είναι το πεδίο στο οποίο εγκαλούνται, δεσμεύονται και λογοδοτούν όλα τα σχήματα που συγκροτούν τα ΕΑΑΚ αλλά και οι αντιλήψεις που παρεμβαίνουν, με βάση τη γραμμή τους για το κίνημα, την πολιτική της αποτελεσματικότητα, τη σχέση της με τις ευθύνες και τα καθήκοντα που ορίζει η συγκυρία.
- να ενισχύει την αντικαπιταλιστική πολιτική τάση στα ευρύτερα ριζοσπαστικά ρεύματα μέσα από την ενίσχυση των σχημάτων, της παρουσίας και της δράσης τους. Καθήκον των ΕΑΑΚ είναι να αξιοποιήσουν τους κλυδωνισμούς που έχουν υποστεί οι δυνάμεις του ρεφορμισμού μέσα στο πανεπιστήμιο, μέσα από την ήττα των πολιτικών γραμμών του κυβερνητισμού, της αριστερής διαχείρισης και του αριστερού αυριανισμού του ΣΥΡΙΖΑ, προωθώντας την ανάπτυξη της αντικαπιταλιστικής ανατρεπτικής τάσης στο εσωτερικό των ευρύτερων ριζοσπαστικών ρευμάτων της νεολαίας, μέσα από την ενίσχυση της δράσης και της παρουσίας των σχημάτων. Πάνω σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να προσβλέπουν στην πολιτική ηγεμονία των ΕΑΑΚ πάνω σε αυτά τα ρεύματα, τον πολιτικό διεμβολισμό, την σταδιακή μετατόπισή της γραμμής και της πολιτικής τους μέσα από την ένταξή τους στο ίδιο το μόρφωμα, και να μην καταλήγουν να αποσυγκροτούν πολιτικές πρωτοπορίες, να μετατοπίζουν την πρακτική και την πολιτική ηγεμονία τους δεξιότερα.
- να σέβεται τα συλλογικά πολιτικά κεκτημένα τους και να συμπλέει με την πολιτική τους κατεύθυνση για το κίνημα. Ύστερα από 25 χρόνια παρέμβασης και ηγεμονίας στο κίνημα, τα ΕΑΑΚ έχουν πολιτικά κεκτημένα που αποκρυσταλώθηκαν από την πολιτική αποτελεσματικότητα της τακτικής που ακολούθησαν και της πρακτικής που υιοθέτησαν, οικοδομώντας σχέσεις με τον κόσμο των σχολών πάνω στην υλικότητα της γραμμής, η οποία γινόταν κτήμα των μαζών. Αυτά τα πολιτικά κεκτημένα που ορίζουν την πολιτική κατεύθυνση των ΕΑΑΚ για το κίνημα, τα χαρακτηριστικά και τη φυσιογνωμία του (αντιαναδιαρθρωτικό, αντισυνδιαχειριστικό, αντικυβερνητικό, αντιιμπεριαλιστικό-αντιΕΕ) είναι τα αναγκαία πολιτικά κριτήρια και οι προϋποθέσεις για την μετωπική τους πολιτική. Αυτή είναι μια γραμμή που δεν αποτελεί θέσφατο, παλεύεται, δοκιμάζεται, εξειδικεύεται και αποτυπώνει την ηγεμονία των επαναστατικών δυνάμεων εντός του μορφώματος.
Τα ΕΑΑΚ χάραξαν την πολιτική τους κατεύθυνση και σφυρηλάτησαν τα πολιτικά τους κεκτημένα μέσα από τη δυνατότητα τους να αποφασίζουν για την τακτική και τη στρατηγική τους μέσα από τις αυτοτελείς τους διαδικασίες και μέσα από τη σχήμα δοκιμής – επαλήθευσης – διάψευσης στο πεδίο των μαζών. Σε αυτό το δρόμο πρέπει να συνεχίσουν, επιδιώκοντας να στρατεύσουν κι άλλους αγωνιστές, ρεύματα και πολιτικές δυνάμεις σε αυτή την υπόθεση. Όμως, η αυτοτέλεια των σχημάτων και των διαδικασιών τους σε καμιά περίπτωση δεν συνεπάγεται το δικαίωμα εκ των έσω υπονόμευσης των ΕΑΑΚ, την ανάπτυξη πρακτικών και θέσεων της συστημικής Αριστεράς, την επί τούτου διάσπαση των δυνάμεων των ΕΑΑΚ στο ίδιο το κίνημα. Αναγκαία προϋπόθεση για την μετωπική πολιτική των ΕΑΑΚ είναι η κατάκτηση μιας ποιοτικά ανώτερης πολιτικής συμφωνίας στο εσωτερικό τους, μια συμφωνία που περνάει αναπόδραστα μέσα από:
- τη δυνατότητά τους να οικοδομούν συλλογικά και ενιαία κινηματικές πρακτικές, καθοριστικός παράγοντας που σφυρηλατεί την ενοποίησή τους στο κίνημα, την εξυπηρέτηση μιας κοινής πολιτικής κατεύθυνσης στην πράξη.
- τη συμφωνία στη πολιτική στρατηγική για τον επαναστατικό μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων, την οικοδόμηση ενός συνασπισμού εξουσίας των δυνάμεων της εργασίας, την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και τον δρόμο προς τον σοσιαλισμό.
- την ενοποίησή τους πάνω στην τακτική, στις πρωτοβουλίες, τις κινήσεις και το σχέδιο με το οποίο θα στρατεύσουν κοινωνικές δυναμικές, για να απαντήσουν στον ειδικό τρόπο και τις μορφές με τις οποίες εξειδικεύεται η καπιταλιστική επίθεση.
- τον σεβασμό στο δημοκρατικό τρόπο συζήτησης και απόφασης, την ανεμπόδιστη ανάπτυξη της ιδεολογικής και πολιτικής διαπάλης στο εσωτερικό των σχημάτων και των συντονιστικών των ΕΑΑΚ, την ανάσχεση της τάσης δορυφοροποίησης των σχημάτων γύρω από πολιτικά σχέδια που επιχειρούν να καταργήσουν την αμεσοδημοκρατική λειτουργία και το πολιτικό τους κεκτημένο. Την πολιτική συμφωνία ότι οι διαδικασίες συντονισμού των ΕΑΑΚ είναι διαδικασίες των ανεξάρτητων αριστερών σχημάτων που τα συγκροτούνε και δεν αποτελούν, αλλά ούτε πρόκειται να αφήσουμε να αποτελέσουν, κοινοβούλια πολιτικών νεολαιών.

Τομέας Νεολαίας
Αριστερής Συσπείρωσης

Δεν υπάρχουν σχόλια: